Κεφάλαιο 4 | Ενότητα2 | Ερωτήσεις επισκόπησης | Προηγούμενο | Λεξικό όρων

Ανακεφαλαιώνοντας λοιπόν...

Η λειτουργία της κρυφής μνήμης στηρίζεται στην αντιγραφή μέρους από τα περιεχόμενα της κύριας μνήμης. Αξιοποιώντας την τοπικότητα της αναφοράς των προγραμμάτων, οι περισσότερες αναφορές στη μνήμη γίνονται μέσα από ένα περιορισμένο σύνολο διευθύνσεων με πολύ μικρή καθυστέρηση.

Οι βασικές λειτουργίες της κρυφής μνήμης αφορούν στην αναζήτηση, την τοποθέτηση, τον εντοπισμό, την ανάγνωση, την εγγραφή και την διεγγραφή των μπλοκ. Σημαντικές έννοιες είναι η επιτυχία και η αποτυχία της κρυφής μνήμης.

Η θέση που θα τοποθετηθεί ένα μπλοκ στην κρυφή μνήμη εξαρτάται από τον αλγόριθμο αντιστοίχησης (άμεση, πλήρως συσχετιστική και συνολο-συσχετιστική αντιστοίχηση). Η διεύθυνση της κρυφής μνήμης τμηματοποιείται στη διεύθυνση του μπλοκ και στη μετατόπιση του μπλοκ. Επιπλέον η διεύθυνση είναι δυνατόν να διαιρεθεί στο πεδίο ετικέτας και στο πεδίο του δείκτη.

Για να εντοπίσουμε το ζητούμενο μπλοκ, συγκρίνουμε την ετικέτα διεύθυνσης με την διεύθυνση του μπλοκ απ΄την ΚΜΕ. Κατά κανόνα, όλες οι πιθανές ετικέτες εξετάζονται παράλληλα για ταχύτερα αποτελέσματα. Ένα μπλοκ μπορεί να βρίσκεται στην κρυφή μνήμη (επιτυχία) ή όχι (αποτυχία).

Για να επιλέξουμε το μπλοκ που θα αντικατασταθεί, χρησιμοποιούμε τις μεθόδους της "Τυχαίας αντικατάστασης", της "Λιγότερο πρόσφατα χρησιμοποιημένο" και της "Πρώτο μέσα πρώτο έξω".

Κατά τη λειτουργία εγγραφής δεδομένων στην κρυφή μνήμη η διαδικασία διαφοροποιείται αισθητά συγκριτικά με εκείνη της ανάγνωσης. Αν το αποτέλεσμα του εντοπισμού είναι επιτυχία, τότε μόνο μπορεί να τροποποιηθεί το μπλοκ. Ο έλεγχος της ετικέτας ή του ψηφίου εγκυρότητας V, δεν γίνεται παράλληλα, έτσι η λειτουργία της εγγραφής είναι πιο χρονοβόρα. Σε αυτή την περίπτωση, διακρίνουμε δύο τεχνικές εγγραφής: τη Διεγγραφή και την Επανεγγραφή. Αν το αποτέλεσμα του εντοπισμού είναι αποτυχία τότε έχουμε δύο εναλλακτικές επιλογές (τεχνικές εγγραφής): την Ανάθεση εγγραφής και την Ανάθεση μη εγγραφής.