Κεφάλαιο 1 | Ενότητα1 | Ερωτήσεις επισκόπησης| Προηγούμενο | Επόμενο| Λεξικό όρων

 Υπέρ και κατά του γεωμετρικού μέσου

 Τα βάρη στον σταθμισμένο αριθμητικό μέσο είναι ένα σύνολο ανάλογο των χρόνων εκτέλεσης. Κατά συνέπεια, για μία δεδομένη μηχανή, τα βάρη επηρεάζονται από τη συχνότητα εκτέλεσης του κάθε προγράμματος στο φόρτο, από τις ιδιαιτερότητες της κάθε μηχανής και από το μέγεθος του προγράμματος εισόδου. Ο γεωμετρικός μέσος κανονικοποιημένων χρόνων εκτέλεσης απ΄την άλλη, είναι ανεξάρτητος από τους χρόνους εκτέλεσης των μεμονωμένων προγραμμάτων και τη μηχανή που έχει γίνει η κανονικοποίηση. Όταν πρέπει να εκτιμηθεί η σχετική απόδοση για σταθερά προγράμματα με απροσδιόριστες εισόδους, οι διαγωνιζόμενοι μπορούν να νοθεύσουν τα αποτελέσματα που δίνει ο σταθμισμένος αριθμητικός μέσος με την χρήση προγραμμάτων δοκιμής απόδοσης με μεγαλύτερες εισόδους, υπερέχοντας στον χρόνο εκτέλεσης. Σε τέτοιες περιπτώσεις, ο γεωμετρικός μέσος είναι λιγότερο παραπλανητικός από τον αριθμητικό μέσο.

 Ένα σημαντικό μειονέκτημα του γεωμετρικού μέσου κανονικοποιημένων χρόνων εκτέλεσης είναι ότι παραβιάζει τη βασική αρχή της μέτρησης της απόδοσης, αφού δεν προβλέπει το χρόνο εκτέλεσης. Ο γεωμετρικός μέσος στο παράδειγμα της προηγούμενης υποενότητας (σχήμα 1.1.3), δηλώνει ότι η απόδοση των υπολογιστών Α και Β για τα προγράμματα P1 και P2 είναι η ίδια. Αυτό είναι σωστό για ένα φόρτο που εκτελεί το πρόγραμμα P1 100 φορές για κάθε εκτέλεση του προγράμματος P2. Ο συνολικός χρόνος εκτέλεσης για αυτό το φόρτο (workload) δηλώνει ότι οι υπολογιστές Α και Β είναι περίπου 50% πιο γρήγοροι από τον υπολογιστή C σε αντίθεση με τον γεωμετρικό μέσο ο οποίος δηλώνει οτι η μηχανή C είναι πιο γρήγορη από από τις Α και Β!

 Γενικά δεν υπάρχει κάποιος φόρτος για τρεις ή περισσότερους υπολογιστές ο οποίος να έχει την απόδοση που προβλέπεται από τον γεωμετρικό μέσο κανονικοποιημένων χρόνων εκτέλεσης.

 Ένα επιπλέον μειονέκτημα της χρήσης γεωμ. μέσου ως μέθοδο σύνοψης της απόδοσης για μία ακολουθία προγραμμάτων δοκιμής, είναι ότι ενθαρρύνει τους σχεδιαστές λογισμικού και υλικού να επικεντρώσουν την προσοχή τους στις δοκιμές απόδοσης των οποίων η απόδοση βελτιώνεται πιο εύκολα παρά σε αυτά που είναι πιο αργά.

 Η ιδανική λύση είναι να μετρήσουμε ένα πραγματικό σύνολο εργασίας και να σταθμίσουμε τα προγράμματα σύμφωνα με την συχνότητα εκτέλεσης τους. Αν αυτό δεν είναι εφικτό τότε κανονικοποιώντας έτσι ώστε να αναλογεί σε κάθε πρόγραμμα ίσος χρόνος για κάποια μηχανή βρίσκουμε τουλάχιστον μοναδικά σχετικά βάρη τα οποία υπολογίζουν τον χρόνο εκτέλεσης ενός συνόλου εργασίας με αυτή την αναλογία. Εάν τα αποτελέσματα πρέπει να κανονικοποιηθούν ως προς μια συγκεκριμένη μηχανή αναφοράς, πρώτα συνοψίζουμε την απόδοση με την κατάλληλη σταθμισμένη μέτρηση και μετά κανονικοποιούμε.